Του Andrew
Joyce (Occidental
Observer) / ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ
Οι λίμπεραλ και οι οπαδοί της πολυπολιτισμικότητας μισούν να
έρχονται αντιμέτωποι με έργα εμφανούς μεγαλοφυίας τα οποία δεν εμπίπτουν στα
πρότυπα της κοσμοθεωρίας τους. Μαζί με το άγχος τους να οικτίρουν ορισμένα έργα
του Σαίξπηρ και του Wagner,
μια πιο σύγχρονη εκδήλωση αυτού του προβλήματος είναι το κινηματογραφικό ορόσημο,
η ταινία “The Birth of a Nation”
(«Η Γέννηση ενός Έθνους» (διαθέσιμο εδώ), που χωρίς τυμπανοκρουσίες, εόρτασε
την εκατονταετηρίδα της την προηγούμενη εβδομάδα. Αυτή η επιβλητική, καινοτόμα ταινία
που άνοιξε το δρόμο για το Αμερικανικό σινεμά και έγινε προπομπός των επικών
ταινιών και σημείο αναφοράς μέχρι και σήμερα για όλους τους σύγχρονους
κινηματογραφιστές, βασισμένη στο εκπληκτικό και ατρόμητο όραμα του D.W. Griffith για το Νότο του «Εμφυλίου Πολέμου»
και της Εποχής της Ανοικοδόμησης, διατηρείται ισχυρή ακόμα στα εκατοστά γενέθλιά
της.
D.W. Griffith (1875 - 1948) |
Ήμουν ένας ευκολόπιστος δεκαοκτάχρονος φοιτητής κολεγίου όταν
την είδα για πρώτη φορά. Παρά τις παραινέσεις και τα προσεκτικά σχόλια του
καθηγητή μου στον κινηματογράφο και τα μέσα ενημέρωσης, θυμάμαι να την βλέπω, πέρα
από το γεγονός ότι ήταν σιωπηλή και διανθισμένη με λεζάντες, εντυπωσιασμένος
από «σύγχρονο» στυλ και την εμφάνισή της. Αλλά έπρεπε να περάσουν μερικά
χρόνια, για να εκτιμήσω πραγματικά την κλίμακα και το νόημα αυτού που ο Griffith είχε διαπράξει στην
ταινία. Τότε, την είχα παρακολουθήσει στη Βόρεια Καρολίνα, στο σπίτι του πολύ
ηλικιωμένου παππού της γυναίκας μου. Αυτός ο αξιόλογος ηλικιωμένος ήταν γνήσιος
Νότιος από πάνω μέχρι κάτω, και ένας πραγματικός τζέντλεμαν. Εκείνο το υγρό βράδυ
του Μαΐου, με το αιρκοντίσιον χαλασμένο και τα παράθυρα ορθάνοιχτα, ο γέρος
τράβηξε έξω μερικά απομεινάρια του «Εμφυλίου Πολέμου» που είχε συγκεντρώσει
κατά τη διάρκεια των ετών. Δείχνοντάς μου μια σειρά από τουφέκια αντίκες,
μετάλλια, και εικόνες των Lee
και Jackson, στα μάτια
του φάνηκε μια νεανική σπίθα καθώς μιλούσε για τις οικογενειακές του μνήμες και
τις συνδέσεις που είχε (πραγματικές ή φανταστικές) με διάφορους συνομόσπονδους ήρωες.
Αργότερα το βράδυ, αφού αφήσαμε για λίγο τα λείψανα του πολέμου για χάριν των πούρων
και του ουίσκι, έβγαλε μια σκονισμένη βιντεοκασέτα από μια παλιά βιβλιοθήκη. Ήταν
η «Γέννηση ενός Έθνους». Μια μεγάλη ταινία, πάνω από τρεις ώρες διάρκεια, και ο
γέρος αποκοιμήθηκε την πρώτη μισή ώρα. Αλλά εγώ συνέχισα να την παρακολουθώ.
Και ήταν εκείνο το βράδυ, με το λαμπύρισμα των πυγολαμπίδων να φαίνεται μέσα από
τα ανοιχτά παράθυρα, και με το ευωδιαστό Νότιο αέρα που σιγά-σιγά παρασυρόμενος
από την ταινία, αισθάνθηκα αυτό που ήθελε να απεικονίσει ο Griffith – την υπερηφάνεια
της γης, την υπερηφάνεια του πολιτισμού και την υπερηφάνεια του αίματος.
Αυτό το είδος της υπερηφάνειας, βέβαια, και η επιθυμία για
την προστασία και τη διατήρηση αυτού για το οποίο είσαι υπερήφανος, είναι
ανάθεμα για τους εχθρούς μας και εκείνους της δικής μας φυλής και πολιτισμού που
ακολουθούν μια διαφορετική κοσμοθεωρία. Αλλά σαφώς τα βρίσκουν σκούρα να απορρίπτουν
απλά τα περήφανα πολιτιστικά προϊόντα που παρουσιάζονται μέσα από γεγονότα
μεγάλης ιδιοφυΐας και πανέμορφης τέχνης. Ο Griffith αναζήτησε για το έργο του τον ρεαλισμό όσο κανένας προηγούμενος
σκηνοθέτης, χρησιμοποιώντας συμβούλους από την φημισμένη στρατιωτική ακαδημία
του West Point
για να κάνει τις σκηνές μάχης όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερες. Οι περισσότερες
από τις στολές που φορούν οι ηθοποιοί ήταν αυθεντικές στολές που
χρησιμοποιούνταν στον πραγματικό «Εμφύλιο Πόλεμο». Ως σκηνοθέτης, ο Griffith ξεπέρασε
τα κλισέ της εποχής του, χρησιμοποιώντας πανοραμικές μακρινές λήψεις, κοντινά
πλάνα και νυχτερινές λήψεις, εισάγοντας αναδρομές στο παρελθόν και παράλληλες
σκηνές για να παρέχουν μια αίσθηση ταυτόχρονων ενεργειών, αλλάζοντας έτσι τα
δεδομένα στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Τα γρήγορα κοψίματα των ταινιών, η
τηλεόραση και ακόμη η διαφήμιση σήμερα, οφείλουν το ξεκίνημά τους με πολλούς
τρόπους στη Γέννηση ενός Έθνους. Ομοίως, η υποβλητική, εμπνευσμένη σύγχρονη
μουσική επένδυση των ταινιών έχει τις ρίζες της στη Γέννηση ενός Έθνους, που
περιείχε πλήρη, τρίωρη πρωτότυπη μουσική, σύγχρονα πρότυπα, όπως (το αναπόφευκτο)
"Dixie" και
κλασική μουσική, όπως το Ride of the Valkyries του Ρίτσαρντ Βάγκνερ. Η αντιπαράθεση των τεχνικών θαυμάτων και
του φυλετικού θέματος, ωστόσο, κάνει τους λίμπεραλ και τους αντιπάλους της Λευκής
ταυτότητας να νιώθουν άβολα. Η ιστοσελίδα AV Club, ένα από τα πολύ λίγα μέσα ενημέρωσης που έστω αναφέρει την
εκατονταετηρίδα της Γέννησης ενός Έθνους, παρατηρεί:
«Η Γέννηση ενός έθνους είναι ότι πλησιέστερο υπάρχει στην προβληματική
τέχνη στην Αμερική… Είναι αναμφισβήτητα μια ταινία ρατσιστική, μια ταινία λευκής
υπεροχής. Αποτελεί ένα βασικό στοιχείο στην ιστορία της αμερικανικής τέχνης,
και ζωντανεύει μερικές από τις πιο άσχημες ρητορικές που είχε ποτέ η Αμερική.
Δεν μπορείς να γράψεις την ιστορία των αμερικανικών ταινιών, ή των ταινιών σε
γενικές γραμμές, χωρίς να αναφερθείς στην Γέννηση ενός έθνους. Όμως, δεν θέλω να
μιλήσω για αυτό εδώ. Για αυτό που θέλω να μιλήσω, αντίθετα, είναι για μια ιδέα
που συνδέεται με τη Γέννηση ενός έθνους, την ιδέα ότι η ψυχαγωγία τέχνη μπορεί
να είναι αισθητικά καλή, και ιδεολογικά κακή ιδέα…»
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 8 Φεβρουαρίου 1915, στο Λος
Άντζελες, και η τιμή των εισιτηρίων έκανε – τότε - ρεκόρ. Εκείνη την εποχή, η
ταινία ονομαζόταν “The Clansman”
και βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στο best-seller
μυθιστόρημα του 1905 με το ίδιο όνομα από τον Thomas Dixon. Σύμφωνα με τον Griffith, όταν ο βοηθός του Frank Woods του
έφερε το ‘The Clansman’,
«άρχισα να το διαβάζω γρήγορα, μέχρι που κατάλαβα για τους Klansmen, οι οποίοι όπως το είπε και ο Woodrow Wilson, έτρεχαν για να σώσουν
τους καταπιεσμένους Νότιους μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Έβλεπα αυτούς τους Klansmen με τις λευκές στολές
τους να πετάνε σε μια ταινία... Είχαμε κάθε είδους ήρωες που έτρεχαν για να σώσουν
μέσα από εικόνες και όπερες με άλογα. ... Τώρα θα είχαμε την ευκαιρία να το
κάνουμε αυτό σε μεγάλη κλίμακα. Αντί για να σώσουν την μικρή Nell των πεδιάδων, θα έτρεχαν να σώσουν ένα
έθνος".
Και αυτό στην πραγματικότητα συμβαίνει. Η ταινία
κορυφώνεται, με δύο απόπειρες βιασμού λευκών γυναικών από μαύρους και ακολουθεί
η αντίδραση ενάντια στην πολιτική και σεξουαλική επανάσταση των μαύρων από τους
λευκοντυμένους Ιππότες του Χριστού.
Η ουσία της ταινίας ήταν συνδεδεμένη κατά κάποιο βαθμό με
τις προσωπικές ιστορίες και τις εμπειρίες τριών μεγάλων μορφών: του Προέδρου των
ΗΠΑ Woodrow Wilson,
του συγγραφέα Thomas Dixon,
και του κινηματογραφιστή D.W. Griffith. Και οι τρεις ήταν Νότιοι που
μετακόμισαν στον Βορά στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Ο Dixon και ο Griffith είχαν γνωριστεί ως συμμαθητές στο
πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Αφότου ο Dixon έγινε θρησκευτικός λειτουργός (στους Νότιους Βαπτιστές) και ο Wilson καθηγητής,
ο Dixon πρότεινε στον Wilson να πάρει έναν τιμητικό βαθμό στο
δικό του πανεπιστήμιο. «Είναι το είδος του ανθρώπου που χρειαζόμαστε ως πρόεδρο
των Ηνωμένων Πολιτειών», έγραψε ο Dixon στο Διοικητικό Συμβούλιο. Ο Dixon αργότερα παραιτήθηκε
από λειτουργός για να γίνει συγγραφέας και ο Griffith (πριν ασχοληθεί με τις ταινίες) έπαιξε σε κάποια από τα
πρώτα έργα του Ντίξον. Ο Griffith
αργότερα χρησιμοποίησε το ‘The Clansman’,
την Ιστορία του αμερικανικού λαού του Wilson, καθώς και άλλο υλικό του Dixon ως πηγές για τη Γέννηση ενός
έθνους. Ένας από τους πρώτους που είδε την ταινία ήταν ο Wilson, που την παρακολούθησε στο Λευκό
Οίκο λίγο μετά το θάνατο της συζύγου του. Για τον Wilson, η ταινία ήταν "σαν να γράφει
την ιστορία με αστραπή ... και το μόνο που λυπάμαι είναι ότι όλα αυτά είναι
τόσο τρομερά αλήθεια". Ο Wilson αργότερα ενέκρινε την προώθηση της ταινίας, μέχρι που υπέκυψε
στην πίεση από τις τότε φιλο-πολυπολιτισμικές ομάδες να αποστασιοποιηθεί από
αυτήν.
Thomas Dixon |
Η ταινία ήταν μια αντίδραση στην εποχή της. Το 1910 έμεινε στην
ιστορία ως η πρώτη δεκαετία που οι λευκοί άρχισαν να αμφιβάλλουν για το άτρωτο
της θέσης τους στην Αμερική. Από τη μία δεκαετίες μαζικής μετανάστευσης και από
την άλλη η ταχεία αύξηση πολιτικού έργου προς όφελος των Μαύρων κλόνισαν την
εμπιστοσύνη των Λευκών για το μέλλον.
Στις 4 Ιούλη του 1910 οι Λευκοί
σοκαρίστηκαν όταν ο Jim Jeffries,
ο επονομαζόμενος «Η Ελπίδα της Λευκής Φυλής», νικήθηκε από τον πρώτο μαύρο
βαρέων βαρών παγκόσμιο πρωταθλητή πυγμαχίας, Jack Johnson - ένα χυδαίο άτομο διαβόητο για την πομπώδη αγάπη του για
τους λευκές γυναίκες (και οι τρεις γυναίκες που παντρεύτηκε ήταν λευκές). Οι
φυλετικές ταραχές και η αυξανόμενη πολιτιστική απαισιοδοξία ήταν έντονες σε όλη
τη δεκαετία. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ένα χρόνο μετά την πρεμιέρα της Γέννησης,
ο δικηγόρος και οπαδός της ευγονικής Madison Grant δημοσίευσε το «The Passing of the Great Race» (που έχει ονομαστεί ως
το «Μανιφέστο του Επιστημονικού Ρατσισμού»). Η ταινία του Γκρίφιθ έμοιαζε τώρα
με μια πρόσκληση για την ανάσταση ενός έθνους, όπως ήταν η ιστορική ανάμνηση
του Νότου να σώζεται από την Κλαν από το στομάχι ενός άγριου θηρίου.
Φυσικά, οι πιο αμφιλεγόμενες πτυχές της ταινίας είναι η απεικόνιση
των Μαύρων από τον Ντίξον (και κατ’ επέκταση τον Γκρίφιθ). Ο Joel Williamson, στο ‘The Crucible of Race’, υποστηρίζει ότι από το
1880 έως το 1920 τρεις "νοοτροπίες" υπήρχαν στο Νότο για τους Μαύρους.
Η «λίμπεραλ» που πίστευε στις δυνατότητες του Μαύρου. Η «συντηρητική» που δεν
αρνιόταν την κατωτερότητά τους, αλλά ήταν πρόθυμη να επιτρέψει στους μαύρους να
έχουν το «μέρος τους». Τέλος, υπήρχε η «ριζοσπαστική συντηρητική», η οποία πίστευε
ότι ο «νέος νέγρος» γρήγορα θα έπεφτε στην αγριότητα λόγω της διάσπασης του
ελέγχου που του πρόσφερε η δουλεία και οι φυλετικοί νόμοι. Η μετάβαση των
Μαύρων στην αγριότητα αργά και προσεκτικά τεκμηριώνεται στη Γέννηση. Σε κάποιες
από τις πρώτες σκηνές, βλέπουμε Μαύρους σε φυτείες να δουλεύουν ικανοποιημένοι κάτω
από το καθεστώς αυτού του «ιδιότυπου θεσμού». Φαίνονται σαν να φέρνονται
δουλικά καμιά φορά, αλλά γενικά να είναι ευδιάθετοι και όχι ιδιαίτερα απειλητικοί.
Αργότερα στην ταινία ωστόσο, λόγω των πολιτικών μηχανορραφιών του σατανικού
αμπολιονιστή Austin Stoneman,
και της δράσης του ψυχοπαθούς μιγά Silas Lynch, η κάμερα δείχνει όλο και πιο απειλητικές τις εκφράσεις των
Μαύρων, και στη συνέχεια το χάος των ενόπλων εξεγέρσεων τους. Η οδυνηρή
απεικόνιση από τον Γκρίφιθ ενός πολιτιστικού ειδυλλιακού τοπίου που οδηγείται στην
απόλυτη βρωμιά και την κατάρρευση είναι αξιοσημείωτη.
Οι σύγχρονα αντίπαλοι της ταινίας βλέπουν τα πράγματα
διαφορετικά. Για αυτούς, η Γέννηση ενός έθνους είναι ένα μελόδραμα και μια
φαντασίωση της θυματοποίησης του λευκού Νότου, μια φαντασίωση εξουσίας, που
έκανε ήρωες την Κου Κλουξ Κλαν. Οι Μαύροι στην ταινία είναι ρατσιστικές καρικατούρες
- "σαν ανθρακωρύχοι με προβλήματα στην πλάτη"- που τους υποδύονται λευκοί,
(αν και υπάρχουν και κανονικοί Μαύροι). Οι κακοί είναι μιγάδες σκευωροί που ξεγελούν
και παρασέρνουν τους Βόρειους λευκούς να πιστεύοντας ότι μπορούν να διοικήσουν
τη Νότια κοινωνία. ("Θα κάνω αυτόν τον άνθρωπο, τον Silas Lynch, ως το σύμβολο της
φυλής του, το υπόδειγμα κάθε λευκού!" λέει ο Austin Stoneman, σαν να μιλούσε ο Δρ
Φρανκενστάιν για το τέρας του). Το όλο πράγμα τελειώνει με έναν γιγαντιαίο,
ημιδιαφανή Ιησού να εμφανίζεται και να εγκρίνει την ΚΚΚ. Το αρχικό τέλος του
Γκρίφιθ, που έχει χαθεί, απεικόνιζε τους
Μαύρους να απελαύνονται στην Αφρική.
Μολονότι αντίθεση με την ταινία έχει πάρει πολλές μορφές κατά
τα τελευταία εκατό χρόνια, δεν είναι κάτι το νέο. Η NAACP (οργάνωση των Μαύρων), που την
εποχή εκείνη ήταν μια εβραϊκή οργάνωση μαριονέτα, ήταν σε ύπαρξη για έξι
χρόνια, όταν η ταινία του Γκρίφιθ έκανε το ντεμπούτο της. Ένα μήνα πριν από την
έναρξη προβολής της στη Νέα Υόρκη, η NAACP επέλεξε μια στρατηγική πανεθνικής
διαμαρτυρίας κατά της ταινίας αυτής, υποστηρίζοντας ότι η προβολή της θα
αποτελούσε «απειλή για την ειρήνη». Ωστόσο, η τεχνική δεξιοτεχνία της Γέννησης
είχε ήδη αποκτήσει τέτοια σημαντική φήμη που εμπόδιζε κάθε προσπάθεια λογοκρισίας.
Έτσι, η επιτυχία της NAACP περιορίστηκε σε μερικές αλλαγές σε κάποιες σκηνές και σε
λίγες καθυστερήσεις σε ορισμένες προβολές.
Αυτό δεν οφείλεται σε έλλειψη προσπάθειας. Η Janet Staiger σημειώνει ότι «μεταξύ
του 1915 και του 1973, το δικαίωμα στην προβολή της Γέννησης αμφισβητήθηκε
τουλάχιστον 120 φορές. Πράγματι, η στρατηγική της NAACP ήταν να
συνεχίσει την αντίθεσή της στην ταινία κάθε φορά που κάποιος προσπαθούσε να την
αναστήσει». Οι περισσότερες από τις μετέπειτα
διαδηλώσεις δεν εστίαζαν τόσο στην παρουσίαση των Μαύρων στην ταινία, αλλά στη φερόμενη
απειλή για τη δημόσια ειρήνη ή την εξύμνηση της εγκληματικότητας (λιντσάρισμα).
Οι Εβραίοι είχαν επίσης, επίγνωση της ανάγκης να κάνουν χρήση
της ήδη αυξανόμενης ισχύος τους στο Χόλιγουντ για την εξασφάλιση της επιτυχίας της
δικής τους φυλετικής αφήγησης στις καρδιές και τα μυαλά των Λευκών μαζών. Ο Griffith μπορεί να κέρδισε μια
μάχη, αλλά ο στόχος των Εβραίων ήταν να κερδίσουν τον πόλεμο. Πράγματι, πολλοί
Εβραίοι "ξεσηκώθηκαν εναντίον της Γέννησης του Γκρίφιθ είτε στεκόμενοι στο
πλευρό του Ραβίνου Stephen Wise
και της NAACP στις
διαδηλώσεις στο γραφείο του Δημάρχου της Νέας Υόρκης, είτε στεκόμενοι στο
πλευρό του Εβραίου επιχειρηματία Julius Rosenwald στην υποστήριξη κάποιου είδους κινηματογραφικού αντίλογου στον Griffith,
όπως το “The Birth of a Race”
(Η Γέννηση μιας Φυλής). Η Γέννηση μίας Φυλής (1918) ήταν μια ταινία που
σχεδιάστηκε για να "δυσφημίσει τα αρνητικά στερεότυπα των Μαύρων" που
διαιωνίζονταν από την ταινία του Γκρίφιθ. Αρχικά σχεδιασμένη από τον Emmett J. Scott, προσωπικό γραμματέα του Booker T. Washington, (Αφροαμερικάνου εκπαιδευτικού και συμβούλου προέδρων των ΗΠΑ) όλη η χρηματοδότηση της ταινίας
προήλθε από εβραϊκές πηγές όπως ο Rosenwald, η εταιρεία Polyscope του William Selig, η εταιρεία IMP του
Carl Laemmle και ο Γερμανοεβραίος χρηματοδότης
Jacob Schiff. Όλοι αργότερα θα ενώνονταν
για να σχηματίσουν την Universal Pictures.
Οι κινήσεις των εβραϊκών μεγιστάνων απηχούσαν την ευρύτερη εβραϊκή γνώμη. Ο Eric Goldstein γράφει
στο “The Price of Whiteness: Jews, Race, and American Identity”, ότι πολλοί Εβραίοι είχαν εξοργιστεί
από την εμφάνιση της Γέννησης του Griffith, το 1915. Μια Εβραία πρότεινε στους μαύρους ηγέτες να
ενώσουν τις δυνάμεις τους με τους Εβραίους μεγιστάνες των μέσων ενημέρωσης για
να παραχθεί μια "ιστορία που θα δώσει το πνεύμα της Καλύβας Μπάρμπα Θωμά σε
μια σύγχρονη πειστική απεικόνιση της προόδου και του έργου της νέγρικης φυλής,
και να αντισταθμίσει τις ολέθριες επιπτώσεις του ρατσιστικού έπους του Γκρίφιθ.
Julius Rosenwald |
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτό ακριβώς συνεχίζουν να
κάνουν και σήμερα οι Εβραίοι μεγιστάνες.
William J. Simmons |
Όμως, στη διάρκεια του απόγειου της δόξας της, δεν υπάρχει αμφιβολία
ότι η Γέννηση είχε ισχυρή επίδραση στους Λευκούς και ευνόησε στην ενθάρρυνση των
Λευκών να βλέπουν τους εαυτούς τους ως μέλη μιας ομάδας που απειλείται. Από μία
άποψη, ήταν ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό αντίδοτο στην παθολογία των Λευκών (White pathology). Τον Δεκέμβριο του
ίδιου χρόνου που έκανε το ντεμπούτο η Γέννηση, ο William J. Simmons ανέστησε την Κου Κλουξ Κλαν στη
Γεωργία, εκμεταλλευόμενος το κύμα των λαϊκής υποστήριξης που αποκτήθηκε από την
ταινία υπερνικώντας την ομοσπονδιακή καταστολή της ομάδας που χρονολογείται από
τη δεκαετία του 1870. Μέχρι το 1928, πάνω από σαράντα χιλιάδες Klansmen βάδιζαν
στην Pennsylvania Avenue.
Στις 5 του Απρίλη του 1915, δύο μήνες μετά τη πρεμιέρα της Γέννησης, ο Jack Johnson έχασε τελικά τον
τίτλο από την επόμενη «Μεγάλη Λευκή Ελπίδα», τον Jess Willard. Το έργο του Griffith και του Dixon ίσως συνέβαλε στην νέα
αλληλεγγύη των λευκών. Ο Staiger σημειώνει ότι όταν μία από τις μελέτες, του Payne Fund το
1933, πρόβαλε τη Γέννηση ενός έθνους σε 434 μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου σε
μια κατά κύριο λόγο λευκή πόλη του Illinois, οι ερευνητές διαπίστωσαν τη "μεγαλύτερη επίδραση
που βρέθηκε ποτέ στα πειράματα που πραγματοποιήσαμε". Η «ευνοϊκή» γνώμη των
παιδιών για τους Αφροαμερικάνους μειώθηκε από μια μέση τιμή 7,46 της κλίμακας
από 11 έως μηδέν στο 5,93, έπεσε δηλαδή κάτω 1,48 μονάδες. Δοκιμές πέντε μήνες
αργότερα έδειξαν μόνο μια μικρή επιστροφή στις αρχικές απόψεις».
Κοιτάζοντας πίσω στον έναν αιώνα που έχει περάσει, δεν μπορώ
παρά να πω ότι η Γέννηση ενός έθνους ήταν και μια στιγμή θριάμβου των Λευκών, αλλά
από μια άποψη, και μια στιγμή ήττας. Ήταν ένα σημείο που οι Λευκοί, όπως και σε
πολλές άλλες περιπτώσεις, ενήργησαν ως πρωτοπόροι, καινοτόμοι, και δημιουργοί,
μόνο για δουν αυτές τις τεχνικές εναντίον τους από μια βιομηχανία του
κινηματογράφου που είχε γίνει ένα μονοπώλιο εχθρικό προς το παραδοσιακό
αμερικανικό έθνος. Η Γέννηση ενός Έθνους χαρακτηρίζεται τόσο από τη γέννηση του
σύγχρονου κινηματογράφου, όσο και από την τελευταία χρονική στιγμή που η αφήγηση
της αδελφοσύνης και της αλληλεγγύης των Λευκών παρουσιάζεται τόσο ανοιχτά. Ποτέ δεν
θα μπορούσαν να αφήσουν ξανά οι μεγιστάνες κάτι σαν το αριστούργημα του Γκρίφιθ
να φτάσει τις μάζες. Και ακόμη και τώρα η επέτειός του περνά μέσα από την
σιωπή και την απαξίωση.
Αλλά απόψε τουλάχιστον, θα αρπάξω ένα ουίσκι και ένα πούρο. Την
θέση της βιντεοκασέτας θα πάρει το streaming σε μια Smart TV. Και καθώς οι τίτλοι θα
αρχίσουν να φαίνονται, θα ήθελα να πιστεύω ότι ίσως κάπου, κάπως, υπάρχει ένας γέρος
Νότιος που θα με κοιτάει από ψηλά.
ΚΟ: Σχόλιο από τον Kevin MacDonald : Ο κ Joyce
δεν υπονοεί ότι εγκρίνει την δουλεία, αλλά μόνο την άμυνα που αντέταξαν οι Λευκοί
για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους και τον πολιτισμό τους κατά την περίοδο
μετά τον "Εμφύλιο Πόλεμο". Μπορούμε σίγουρα να συμφωνήσουμε ότι η δουλεία ήταν
μια μακροπρόθεσμη καταστροφή για την Λευκή Αμερική και ότι είναι ανήθικη.
Διάβασε σχετικά: Κου Κλουξ Κλαν: Αυτά που δεν σου είπαν
Για την πρωτοποριακή τεχνική της ταινίας διάβασε κι εδώ.
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια που ΔΕΝ δημοσιεύονται: όσα δεν έχουν σχέση με το θέμα της ανάρτησης, όσα αποβλέπουν σε διαφήμιση, όσα είναι γραμμένα σε greeklish, όσα εκθέτουν προσωπικά δεδομένα, όσα είναι γεμάτα μίσος για λαούς ή κοινωνικές ομάδες, όσα είναι κακόβουλα, όσα είναι υβριστικά, όσα έχουν εριστική διάθεση και όσα είναι εντελώς βλακώδη (plus: σεντόνια, τρολιές & μπαρούφες). Με "ανώνυμους" δεν ανοίγουμε κουβέντα. Εάν αργεί η δημοσίευση ενός σχολίου, κάντε υπομονή. Αν περάσει πολύς καιρός, μάλλον θα το έχει φάει η μαρμάγκα.