Τα δύο πρώτα κύματα των πάνοπλων Οθωμανών δεν είχαν καταφέρει να διαρρήξουν την άμυνα των χριστιανών που υπερασπίζονταν με ηρωισμό την Πόλη.
Ο Μωάμεθ είχε όμως ακόμη έναν “άσσο στο μανίκι του”: ένα τρίτο κύμα μαχητών. Το αποτελούσαν σι εκλεκτότερες των μονάδων του, με το ιππικό του παλατιού που τώρα πολεμούσε πεζή και το πεζικό του παλατιού - με τους περίφημους Γενίτσαρους ν’ αποτελούν την αιχμή του δόρατος.
Οι Γενίτσαροι, ήταν επίλεκτα σώματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αρχικά συγκροτούνταν από αιχμαλώτους πολέμου και παιδιά χριστιανικών οικογενειών που εξαναγκάζονταν από μικρή ηλικία σε στρατιωτική υπηρεσία. Η επιλογή των "νέων στρατιωτών" γίνονταν μεταξύ των χριστιανοπαίδων ηλικίας από 6 - 15 ετών εξ ού και το όνομα "παιδομάζωμα". Για τέσσερις αιώνες οι Γενίτσαροι αποτέλεσαν την αιχμή της πολεμικής μηχανής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Σουλτάνων.
Για πολλή ώρα μαινόταν η μάχη των Βυζαντινών με τις ορδές του δεύτερου κύματος, όταν ο Μωάμεθ έδωσε εντολή στο τρίτο κύμα να επιτεθεί.
Ήταν η ώρα των Γενίτσαρων.
Με απόλυτη τάξη και δίχως τη συνοδεία μουσικής, οι Γενίτσαροι ξεκίνησαν για τις θέσεις που είχαν επιλεγεί.
Οι συμπολεμιστές τους παραμέριζαν και τους άφηναν να πιάσουν δουλειά. Οι αποκαμωμένοι λόγω της έλλειψης τροφίμων χριστιανοί, είχαν ξενυχτήσει περιμένοντας την επίθεση και είχαν αποκρούσει δύο σφοδρότατα κύματα εχθρών. Τώρα είχαν να αντιμετωπίσουν τη φρέσκια εφεδρεία των Οθωμανών, η οποία μάλιστα αποτελούνταν από τους τρομερότερους πολεμιστές της Ανατολικής Μεσογείου. Η αντίσταση που προέβαλλαν ήταν μνημειώδης, αλλά όχι αρκετή.
Οι Οθωμανοί, σύμφωνα με την τουρκική παράδοση, υπό την άμεση καθοδήγηση του ίδιου του Μωάμεθ που έφθασε κοντά στα τείχη και έδινε άμεσα διαταγές στους διοικητές των μονάδων, άρχισαν να εντοπίζουν αδύναμα σημεία στην άμυνα και να επικεντρώνουν εκεί τις προσπάθειές τους.
Ένα παραπόρτι από το οποίο είχαν βγει ανιχνευτές των πολιορκημένων και το οποίο δεν είχε κλείσει καλά, η - “τρισκατάρατη” της ελληνικής παράδοσης - Κερκόπορτα, έδωσε την ευκαιρία σε μια ομάδα Γενίτσαρων να περάσει μέσα στο τείχος και να υψώσει την πρώτη τουρκική σημαία. Αυτή η επιτυχία και το λάβαρο των Γενίτσαρων να κυματίζει στο τείχος, έδωσε θάρρος σε όλους τους υπόλοιπους Οθωμανούς, που με ανανεωμένο ηθικό όρμησαν στους υπερασπιστές.
Οι Γενίτσαροι της Κερκόπορτας απωθήθηκαν και εξοντώθηκαν, αλλά η αντίσταση είχε αρχίσει να κάμπτεται στα περισσότερα σημεία. Χιλιάδες Τούρκοι συνέρρεαν από κάθε άνοιγμα των τειχών, πέφτοντας με τρομακτική αγριότητα στους υπερασπιστές.
Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος, με τη γυαλιστερή πανοπλία του γεμάτη αίματα και το σπαθί στο χέρι, πολεμούσε ασταμάτητα, έχοντας ξεφορτωθεί την πορφύρα και τα αυτοκρατορικά διακριτικά, ανάμεσα στους άνδρες του, μέχρι που κυκλώθηκε από τα οθωμανικά στίφη. Πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, κάτω από τα αλλεπάλληλα κτυπήματα των Γενίτσαρων, ακούστηκε να κραυγάζει πάνω από τη βοή της μάχης: “Μα δεν υπάρχει χέρι χριστιανού να μου πάρει τη ζωή;”.
Έτσι άφησε την τελευταία του πνοή ο ύστατος Έλληνας αυτοκράτορας, με το σπαθί στο χέρι, πιστός στις παραδόσεις ηρωισμού και αυταπάρνησης έσχατος υπερασπιστής της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας.
Με λίγες προσθήκες δικές μου, το παραπάνω αποτελεί τμήμα του άρθρου «Εάλω η Πόλις» του Γιώργου Ψαρουλάκη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Παγκόσμια Πολεμική Ιστορία , τ.2, Μάρτιος 2006.
1 σχόλιο:
Ανατρίχιασε η ψυχή μου στο αφιέρωμα σου αδελφέ μας.
Ο θεός να σε οδηγά και να φωτίζεις του εναπομείναντες Έλληνες χριστιανούς.
Δημοσίευση σχολίου